Ο Σύνδεσμος Συμμετεχόντων στην Ανταγωνιστική Αγορά Ηλεκτρισμού (ΣΣΑΑΗ), σε ανακοίνωσή του τονίζει πως η ουσιαστική μετάβαση σε φιλελευθεροποιημένη αγορά ηλεκτρισμού προαπαιτεί Ρυθμιστικές Αποφάσεις με μέτρα ασύμμετρου χαρακτήρα, έτσι ώστε να οδηγηθεί σε μια γνήσια και επί ίσης όροις, υγιή ανταγωνισμό. Μόνο έτσι ο καταναλωτής θα έχει δικαίωμα επιλογής, στην ποιότητα υπηρεσιών και την τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας.
Παρά το γεγονός ότι η αγορά ηλεκτρικής ενέργειας απελευθερώθηκε «στα χαρτιά», η πραγματική απελευθέρωση εξακολουθεί να υστερεί σημαντικά και στην πραγματικότητα δεν επιτεύχθηκε πλήρως μέχρι σήμερα. Η παγκόσμια εμπειρία από την ελευθεροποίηση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας έχει αποδείξει ότι ο ανταγωνισμός συνιστά το βέλτιστο εργαλείο για τη μείωση του κόστους παραγωγής και την εξασφάλιση χαμηλότερων τιμών και εναλλακτικών επιλογών προμήθειας για τους καταναλωτές. Αυτή η εμπειρική παρατήρηση αντανακλάται και στους κοινούς κανόνες που έχει θεσπίσει η Ευρωπαϊκή Ένωση, οι οποίοι αποσκοπούν στην ανάπτυξη ανταγωνιστικών αγορών και την ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας.
Θέση του ΣΣΑΑΗ είναι πως η θέσπιση Ρυθμιστικών Αποφάσεων με μέτρα ασύμμετρου χαρακτήρα, είναι επιβεβλημένη, αφού αποδεδειγμένα προωθούν τον ανταγωνισμό στην Αγορά Ηλεκτρισμού και το υπέρτατο δικαίωμα επιλογής στον καταναλωτή, με όλα τα συνεπακόλουθα οφέλη στην ποιότητα υπηρεσιών και την τιμή ηλεκτρικής ενέργειας.
Προϋπόθεση για ουσιαστικό ανταγωνισμό, ο ριζικός μετασχηματισμός
Για σχεδόν 70 χρόνια, η αγορά ηλεκτρικής ενέργειας στην Κύπρο λειτουργούσε υπό καθεστώς κρατικών μονοπωλίων και συγκεκριμένα υπό την καθετοποιημένη εταιρεία, την Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου (ΑΗΚ). Από την ίδρυσή της το 1952, η ΑΗΚ είναι ο μόνος υπεύθυνος για την παραγωγή, μεταφορά, διανομή και προμήθεια ηλεκτρικής ενέργειας στους τελικούς πελάτες.
Το 2003 και ως πρώτο βήμα για την επίτευξη της μετάβασης σε μια απελευθερωμένη αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, ιδρύθηκαν ο Διαχειριστής Συστήματος Μεταφοράς Κύπρου (ΔΣΜΚ) και η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας Κύπρου (ΡΑΕΚ) σύμφωνα με τις σχετικές Οδηγίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το Υπουργείο Ενέργειας, Εμπορίου και Βιομηχανίας (ΥΕΕΒ) είναι υπεύθυνο για τη συνολική πολιτική και στρατηγική στη Κύπρο, για τη μεταφορά των Οδηγιών της ΕΕ στην εθνική νομοθεσία.
Το 2013, η ΡΑΕΚ ανέλαβε μια μελέτη στην οποία παρουσιάστηκαν τρία διαφορετικά μοντέλα (Net Pool, Gross Pool, Διμερείς Συμβάσεις) για την αναδιάρθρωση και την αναδιαμόρφωση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας. Μετά από ενδελεχή αξιολόγηση και λαμβάνοντας υπόψη τη βιωσιμότητα, την αποτελεσματικότητα, την ασφάλεια και την ευθυγράμμιση με τις Οδηγίες της ΕΕ, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το μοντέλο «Net Pool» θα ήταν η καταλληλότερη εμπορική ρύθμιση για την απελευθέρωση της Κυπριακής Αγορά Ηλεκτρικής Ενέργειας. Το μοντέλο αυτό υιοθετήθηκε με την Ρυθμιστική Απόφαση 01/2015 (ΚΔΠ 164/2015).
Από την 1η Ιανουαρίου 2014, όλοι οι καταναλωτές ηλεκτρικής ενέργειας είχαν ουσιαστικά το δικαίωμα να επιλέξουν τον δικό τους προμηθευτή. Ωστόσο, ο μόνος παραγωγός και προμηθευτής που ήταν διαθέσιμος εκείνη την εποχή ήταν η Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου.
«Ο πρώτος ανεξάρτητος προμηθευτής αδειοδοτήθηκε από τη ΡΑΕΚ στις 12 Ιανουαρίου 2018. Έκτοτε έχουν αδειοδοτηθεί 18 νέοι προμηθευτές.».
Επίσης να σημειωθεί ότι όσον αφορά την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από συμβατικούς σταθμούς ηλεκτρικής ενέργειας, αιτήσεις από ενδιαφερόμενους ιδιωτικού συμφέροντος επενδυτές έχουν γίνει από το 2004. Ωστόσο, λόγω έλλειψης κατάλληλου μοντέλου Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας αλλά και λόγω υψηλού λειτουργικού κόστους με εκάστοτε τεχνολογίες, δεν ήταν εφικτό στην υλοποίηση αλλά και δεν επέτρεπε κανένας από αυτούς τους αδειοδοτημένους Ανεξάρτητους Παραγωγούς Ηλεκτρικής Ενέργειας να υλοποιήσει και να ολοκλήρωσει την κατασκευή και λειτουργία των σταθμών.,
Με την Ρυθμιστική Απόφαση 01/2015 (ΚΔΠ 164/2015) και ως καταληκτική ημερομηνία για την εφαρμογή του, θα σήμαινε οριστική και πλήρη απελευθέρωση της Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας της Κύπρου, ορίστηκε η 1η Ιουλίου 2019. Ωστόσο, προβλήματα που σχετίζονται με την εφαρμογή του νέου μοντέλου αγοράς και πιο συγκεκριμένα προβλήματα που σχετίζονται με την λειτουργία του εξειδικευμένου λογισμικού αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και την πλήρη ανεξαρτητοποίηση/στελέχωση του ΔΣΜΚ, ώθησε περαιτέρω την προβλεπόμενη προθεσμία, με στόχο τον Οκτώβριο 2022.
Επιβάλλονται μέτρα για την ουσιαστική μετάβαση
Πέραν της ετοιμότητας του λογισμικού και του ίδιου του ΔΣΜΚ, που του έχει ανατεθεί και ο ρόλος του Λειτουργού Αγοράς, η ουσιαστική μετάβαση σε φιλελευθεροποιημένη αγορά ηλεκτρισμού προαπαιτεί Ρυθμιστικές Αποφάσεις με μέτρα ασύμμετρου χαρακτήρα τα οποία θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν ως βασικά εργαλεία για ενίσχυση της αποκέντρωσης μεριδίων, αφού μέχρι και σήμερα η συγκέντρωση στην κυρίαρχη επιχείρηση στην αγορά ηλεκτρισμού, τόσο στην Παραγωγή αλλά και στην Προμήθεια, παραμένει σε επίπεδα >85% και >97% αντίστοιχα. Σημειώνεται ότι ποσοστό της τάξεως του 13% στην ηλεκτροπαραγωγή, που θεωρητικά δεν παράγεται από την κυρίαρχη επιχείρηση, αφορά έργα ΑΠΕ εντός Καθεστώτων Στήριξης, κάτω από συμβάσεις με την κυρίαρχη επιχείρηση, συνεπώς το μερίδιο αγοράς σε νεοεισερχόμενους ανεξάρτητους παραγωγούς και προμηθευτές ανέρχεται σχεδον στο 3% σε Παραγωγή και Προμήθεια.
Τα Ρυθμιστικά μέτρα ασύμμετρου χαρακτήρα στοχεύουν στην ενίσχυση των ανεξαρτήτων προμηθευτών ή παραγωγών, ώστε να έχουν ισότιμη πρόσβαση τόσο στη διαθέσιμη ισχύ αλλά και στην πελατειακή βάση με τρόπο ανάλογο της κυρίαρχης επιχείρησης. Τα μέτρα αυτά μπορεί να έχουν μεταβατικό χαρακτήρα, αλλά η εφαρμογή τους να έχει μακροχρόνια επίπτωση στην ανάπτυξη και λειτουργία της αγοράς, όπως και να επιτρέψει την αποτελεσματικότερη επίτευξη των βασικών στοχεύσεων, αυτών της ασφάλειας εφοδιασμού και της αναδιοργάνωσης της αγοράς.
Ενδεικτικές μορφές ρυθμιστικών μέτρων είναι:
- Προγράμματα αποδέσμευσης ισχύος ή ενέργειας, τα οποία αντισταθμίζουν την πολύ μικρή διαπραγματευτική δύναμη που έχουν οι νεοεισερχόμενοι προμηθευτές στις σχέση τους με την κυρίαρχη επιχείρηση.
Προγράμματα αποδέσμευσης πελατών, τα οποία προβλέπουν τη μεταβίβαση αριθμού συμβάσεων προμήθειας της κυρίαρχης επιχείρησης, σε ενναλακτικούς προμηθευτές. Η αποδέσμευση αυτή θα μπορούσε να επιταχύνει την ανάπτυξη ενός χαρτοφυλακίου προμήθειας για τον νεοεισερχόμενο προμηθευτή.
Προγράμματα αποδέσμευσης ισχύος, τα οποία επιτρέπουν σε νεοεισερχόμενους να αναλάβουν τη λειτουργία μονάδων ή ηλεκτροπαραγωγικών σταθμών, που ανήκουν στην κυρίαρχη επιχείρηση. Με την εφαρμογή του μέτρου, οι δυνητικοί ανταγωνιστές της κυρίαρχης επιχείρησης, αποκτούν πρόσβαση σε μονάδες παραγωγής, και μπορούν να ανταγωνιστούν την κυρίαρχη επιχείρησή στη χονδρεμπορική ή λιανική αγορά.
Προγράμματα αποδέσμευσης ενέργειας, τα οποία επιτρέπουν σε νεοεισερχόμενους προμηθευτές να προαγοράσουν ενέργεια από τις μονάδες του κυρίαρχου παραγωγού σε ανταγωνιστικές τιμές, ώστε να μειώσουν την έκθεσή τους στην χονδρεμπορική αγορά και να μπορούν να αναπτύξουν το portfolio προμήθειας τους, μέσω ρυθμιστικά ελεγχόμενης διαγωνιστικής διαδικασίας. Προγράμματα αποδέσμευσης ενέργειας θα μπορούσαν να ενισχύσουν το αρχικό στάδιο ανοίγματος της αγοράς.
Προσωρινή παύση χορήγησης αδειών στην κυρίαρχη επιχείρηση για κατασκευή νέων σταθμών, συμβατικών και/ή ΑΠΕ
Η λογική του συγκεκριμένου ρυθμιστικού μέτρου αποσκοπεί στη δημιουργία ζωτικού χώρου, για την είσοδο νέας παραγωγικής ισχύος στο σύστημα για νεοεισερχόμενους πέραν της κυρίαρχης επιχείρησης.
Τέλος, ο Σύνδεσμος Συμμετεχόντων στην Ανταγωνιστική Αγορά Ηλεκτρισμού, κρούει τον κώδωνα προς τη ΡΑΕΚ για επανεξέταση του βαθμού διασφάλισης της απαραίτητης ανεξαρτησίας και αμεροληψίας των Δικτύων, ως Μονοπωλιακή Δραστηριότητα, που επιτυγχάνεται μέσα από το Λειτουργικό διαχωρισμό εντός της κυρίαρχης επιχείρησης (ΑΗΚ). Πρόσφατες δημόσιες τοποθετήσεις εκπροσώπων των εργαζομένων της ΑΗΚ για τα ανταγωνιστικά σκέλη της Αγοράς (π.χ. Παραγωγή, ΑΠΕ, Προμήθεια, Μοντέλο), που στελεχώνουν τμήματα Δικτύων, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η ανεξαρτησία και αμεροληψία των Μονοπωλιακών Δραστηριοτήτων είναι μόνο «στα χαρτιά» και ο νομικός διαχωρισμός ενδεχομένως να είναι μονόδρομος για μια υγιή φιλελευθεροποιημένη Αγορά Ηλεκτρισμού.
Ο Σύνδεσμος Συμμετεχόντων στην Ανταγωνιστική Αγορά Ηλεκτρισμού επαναλαμβάνει ότι το βέλτιστο εργαλείο για τη μείωση του μακροπρόθεσμου κόστους παραγωγής και την μετακύλιση των ωφελειών που προκύπτουν από την ανταγωνιστική ένταση στους καταναλωτές είναι ο γνήσιος και αποτελεσματικός ανταγωνισμός. Μειώσεις τιμών που δεν είναι αποτέλεσμα της ανταγωνιστικής έντασης έχουν πρόσκαιρο χαρακτήρα ενώ μακροπρόθεσμα επιφέρουν αρνητικές επιδράσεις καθότι στρεβλώνουν τα κίνητρα για επενδύσεις στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας της Κύπρου.