Διαβάστε αποσπάσματα από την συνέντευξη της Δέσποινας Βανδή!
Συνέντευξη στο ΒΗΜΑgazino παραχώρησε η Δέσποινα Βανδή.
Το musical, οι επιλογές που έχει κάνει στην καριέρα της μέχρι σήμερα αλλά και όλα όσα σκέφτεται για το επαγγελματικό της μέλλον ήταν μερικά από τα σημαντικότερα θέματα που έθιξε στις απαντήσεις της.
Κυρία Βανδή, πόσο διαφέρει η μουσική σκηνή από το σανίδι του θεάτρου;
«Εχουν σίγουρα μία βασική διαφορά: όταν βγαίνεις σε μια σκηνή για να τραγουδήσεις έχεις το περιθώριο του λάθους. Οταν τραγουδάω σε ένα μαγαζί αισθάνομαι ότι επικοινωνώ με το κοινό, ότι όλοι αυτοί οι άνθρωποι έχουν έρθει για να γίνουμε όλοι μαζί μια παρέα – είναι τόσο ζωντανή η σχέση αυτή, αυτό το δούναι και λαβείν, που ακόμη και κάτι να ξεχάσεις, κάτι να πεις λάθος, σου συγχωρείται. Στο θέατρο δεν υπάρχει αυτό το περιθώριο, και η αλληλεπίδραση συμβαίνει με τους συναδέλφους σου, όχι με τους θεατές. Πρέπει σε κάθε παράσταση να μπαίνεις σε μια συγκεκριμένη συναισθηματική συνθήκη, απαιτεί απόλυτη πειθαρχία αυτό και όσο κι αν θεωρείς ότι ξέρεις τον ρόλο, το να είσαι αληθινός – το ζητούμενο δηλαδή – είναι πολύ δύσκολο».
Αλήθεια, η σχέση σας με τα μιούζικαλ ποια ήταν πριν από αυτή την παράσταση;
«Ηθελα πάρα πολλά χρόνια να κάνω μιούζικαλ. Τα σόου που έκανα στο Rex, για παράδειγμα, είχαν συχνά επιρροές από τα θεάματα που έβλεπα στο Λονδίνο. Είχα αυτή την τρέλα όταν πήγαινα στην Αγγλία, πέρα από τη μόδα που παρακολουθούσα, το βασικό μου μέλημα ήταν να δω και τα μιούζικαλ κάθε σεζόν για να πάρω ιδέες. Κάποιες φορές η μεταφορά τους γινόταν ομαλά και επιτυχημένα, άλλες πάλι η απόδοση δεν ήταν και τόσο πιστή. Είχα π.χ. δει μια χρονιά τις “Μάγισσες του Ιστγουικ” και τους De La Guarda. Από εκεί εμπνευστήκαμε με τον Φωκά Ευαγγελινό τότε που κυκλοφόρησε το “Υποφέρω” το κόνσεπτ να πετάω από ψηλά. Το λέω στον επιχειρηματία και εκείνος με καθησύχασε: “Θα σ’ το κάνει ο κ. Μίλτος εδώ, θα πετάξεις μια χαρά, θα γίνει αυτό που θέλεις”. Ε, ας πούμε ότι δεν έγινε τελικά με τον μαγικό τρόπο που είχα δει στο θέατρο. Την τρέλα λοιπόν που είχα, προσπαθούσα να την προσαρμόσω στα μπουζούκια: να παντρέψω, με όχημα τα ποπ κομμάτια μου, ό,τι έβλεπα στο Γουέστ Εντ και στo Μπρόντγουεϊ με τα λαϊκά τραγούδια, που δεν θα πάψουν ποτέ να με συγκινούν και να με εκφράζουν».
Αποτελείτε πρότυπο για τα νέα αγόρια και κορίτσια. Τι παράδειγμα θα θέλατε να δίνετε με τη δημόσια παρουσία σας;
«Στα νέα παιδιά λέω αυτό που προσπαθώ να καταλάβουν και τα δικά μου παιδιά, ότι για να γίνουν ευτυχισμένοι ενήλικοι καλό θα είναι να μη βιαστούν να αποφασίσουν τι θα κάνουν στη ζωή τους αλλά να βρουν κάτι που αγαπούν πραγματικά. Ολες οι δουλειές έχουν τις δυσκολίες τους, όμως οι αναποδιές αντιμετωπίζονται πιο εύκολα όταν κάνεις αυτό που αγαπάς. Ολοι έχουμε γεννηθεί για κάποιον σκοπό, το πιστεύω αυτό, όλοι έχουμε ταλέντο σε κάτι και το οφείλουμε στον εαυτό μας να το ανακαλύψουμε και να επικεντρωθούμε σε αυτό. Αυτό που προσπαθώ να λέω στις γυναίκες, συνομήλικες, μεγαλύτερες και νεότερες, είναι να μη θεωρούν ότι η ζωή τους τελείωσε επειδή μεγάλωσαν και έκαναν οικογένεια και παιδιά. Θα ήθελα να τις εμπνέω να πηγαίνουν κόντρα στην παραίτηση, να προσέχουν τον εαυτό τους, να παραμένουν υγιείς και ερωτεύσιμες. Δεν μιλάω για την εξωτερική ομορφιά, που είναι κάτι πολύ παροδικό, η ουσιαστική ομορφιά έχει να κάνει με το να γίνεσαι πιο όμορφος άνθρωπος. Γνωρίζω βέβαια πόσο δύσκολη είναι η καθημερινότητα, γιατί έχω δύο παιδιά και, αντίθετα με ό,τι μπορεί να πιστεύει κανείς, εγώ η ίδια τούς μαγειρεύω, τα φροντίζω, τους διαβάζω και τα πηγαίνω στις δραστηριότητές τους».
Πώς νιώθετε που το όνομά σας έχει συνδεθεί με το πιο… διαχρονικό ελληνικό χριστουγεννιάτικο τραγούδι μετά τα κάλαντα;
«Διάβασα ένα tweet τις προάλλες που έλεγε ότι με τα “Χριστούγεννα” είναι σαν να μας λέει η Βανδή “θα με ακούτε μέχρι να πεθάνετε”, και σκέφτηκα: “Αχ, μην το θέτετε έτσι, δεν είναι ωραίο αυτό”. Σηματοδοτεί όμως πλέον την έναρξη της εορταστικής περιόδου αυτό το τραγούδι – όταν το φτιάχναμε με τον Φοίβο δεν φανταζόμασταν ότι θα εξελισσόταν σε τέτοιο φαινόμενο. Για εμένα βέβαια το απόλυτο χριστουγεννιάτικο τραγούδι είναι το “Last Christmas” των Wham!, γιατί με αυτό μεγαλώσαμε. Δεν το βαριέμαι καθόλου. Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και με τα “Χριστούγεννα”. Ωραίο είναι».