Πόσοι άνθρωποι έχουν καταστρέψει τη ζωή τους και έχουν κατακερματιστεί από τους συμβιβασμούς γα να πάρουν λίγη αγάπη! Και πόσοι έχουν γίνει σκλάβοι, χάνοντας την ελευθερία τους, παγώνοντας κάθε συναίσθημα, καταστρέφοντας κάθε πιθανότητα γα οικειότητα.
Οι άνθρωποι είμαστε τόσο φοβισμένα όντα που μόλις αισθανθούμε κάτι όμορφο όπως η αγάπη, αμέσως θέλουμε να το πλαισιώσουμε, να το περικλείσουμε με στεγανά, να του δώσουμε ένα όνομα και έναν κώδικα συμπεριφοράς: σχέση, γάμος…
Το να πλαισιώνεις όμως την αγάπη ισοδυναμεί με το να τη σκοτώνεις. Η αγάπη θέλει ελευθερία, χρειάζεται χώρο για να αναπτυχθεί.
Υπάρχουν τέσσερις τύποι ανθρώπων σε ό,τι αφορά στις σχέσεις: αυτοί που από φόβο βουτάνε σε κάθε πιθανή περίσταση για σχέση, αυτοί που από φόβο δεν κάνουν ποτέ σχέσεις, αυτοί που είναι με το ένα πόδι μέσα και το άλλο έξω – η περίπτωση “τα θέλω και τα δύο”. Και τέλος, αυτοί που υπομονετικά περιμένουν την κατάλληλη στιγμή και τον κατάλληλο άνθρωπο – και καθώς περιμένουν εξασκούν τον εαυτό τους στη μοναχικότητα, όπως ο μονομάχος πριν τον αγώνα.
Η μοναχικότητα είναι επιλογή, η μοναξιά όχι. Όταν το ζευγάρι κατακτήσει την ανάγκη για μοναχικότητα, τότε ο φόβος της απόρριψης χάνεται.
Τι κρίμα όμως, στον συμβατικό γάμο η ανάγκη αυτή έχει αποκλειστεί, μια ανάγκη που είναι αναπότρεπτη… Εκτός, βέβαια, κι αν κάποιος είναι τόσο εξαρτητικός που η κατάστασή του είναι εξαιρετικά νευρωτική. Μην ξεχνάμε ότι ο άνθρωπος πάντοτε αμφιταλαντεύεται ανάμεσα στην επιθυμία για ομαδικότητα και για μοναξιά.
Όταν ο άνθρωπος είναι μόνος, τροφοδοτεί τον εαυτό του με ενέργεια ώστε να ανασυνταχθεί σαν άνθρωπος, να αναδιοργανωθεί σαν προσωπικότητα. Ο ανθρώπινος οργανισμός έχει σε σημαντικό βαθμό τη δυνατότητα της αυτοθεραπείας, τόσο σε σωματικό όσο και σε ψυχολογικό επίπεδο, φτάνει να είναι χαλαρός και εσωτερικευμένος στον ατομικό του χώρο.
Η μοναχικότητα αποτελεί τον έναν πόλο αυτού που αποκαλούμε ωρίμανση, με τον άλλο πόλο που είναι το “σχετίζεσθαι”. Και κάποια πράγματα αναδιατυπώνονται μόνο μέσα από το διαλογισμό και την αυτοανάλυση.
Διότι όπως το να προσφέρουμε τον εαυτό μας ανά πάσα στιγμή στον σύντροφό μας αποτελεί άρνηση των ατομικών μας αναγκών, έτσι και το να απαιτεί κανείς συνεχώς την προσοχή του συντρόφου του αποτελεί παραβίαση του δικαιώματός του για στοχασμό, αυτοανάλυση και διαλογισμό.
Η υπερβολικά κλειστή ζωή στον συμβατικό γάμο οδηγεί στην άρνηση της μοναχικότητας, κάτι που δηλώνει άρνηση του εαυτού μας – και ο εαυτός μας είναι ό,τι σημαντικότερο μπορούμε να προσφέρουμε σ’ έναν γάμο.
Μοναχικότητα δε σημαίνει έναν χώρο όπου κάποιος μπορεί να μένει μόνος του. Η μοναχικότητα μπορεί να αναπτυχθεί ακόμη κι όταν το ζευγάρι βρίσκεται στο ίδιο δωμάτιο.
Όντας μαζί και μόνοι, ο καθένας απορροφημένος στον εσωτερικό του κόσμο, στον διανοητικό και ψυχικό του χώρο, σε μια πλούσια ισορροπία. Βέβαια, το πέρασμα από τη μοναξιά στη μοναχικότητα φοβίζει, διότι η αυτοαποκάλυψη θα εκθέσει τα αδύνατα σημεία μας στους άλλους.
Φοβόμαστε ότι θα φανούμε λιγότερο καλοί, λιγότερο δυνατοί. Μένουμε αγκιστρωμένοι σε μια ναρκισσιστική, εξωτερική εικόνα του ιδανικού και φοβόμαστε να αντικρίσουμε αυτό που πραγματικά αισθανόμαστε. Κι αυτός ο φόβος εμποδίζει την ειλικρινή επικοινωνία, όχι μόνο με τον εαυτό μας αλλά και με τον άλλον.
Αλλά και η ειλικρίνεια έχει ανάγκη το μέτρο. Η βάναυση ειλικρίνεια δεν αποτελεί μια μορφή βαθειάς αυτοαποκάλυψης, είναι απλά μια υπερβολή στο όνομά της.
Το να εξομολογείται κάποιος, σχεδόν σαδιστικά, λεπτομέρειες αρνητικών γεγονότων του παρελθόντος ή και πρόσφατων, στην ουσία κάνει πάνω στον σύντροφό του έναν εγκεφαλικό εμετό προσωπικών αισθημάτων ενοχής. Εδώ, δεν μιλάμε για ειλικρίνεια αλλά για νευρωτική ανασφάλεια.
Στον αυτόφωτο γάμο απαιτείται ειλικρίνεια για το πώς αισθάνεται κανείς στο “εδώ και τώρα” σε σχέση με τη ζωή του ζευγαριού, ειλικρίνεια που αφορά στα αληθινά αισθήματα.
Για να εκφράσει όμως κάποιος αληθινά συναισθήματα πρέπει να μπορεί να βγει από το καθιερωμένο πλαίσιο που έχει προγραφτεί από την παράδοση και από το πρότυπο του ρόλου του συζύγου. Να μπορεί να πετάξει από πάνω του τον μανδύα της κοινωνίας και να δείξει τον εαυτό του όπως ακριβώς είναι, εκθέτοντας κάθε του γωνιά και κάθε σκοτεινό σημείο στο άπλετο φως.
Καθώς το προσωπείο θα εξαφανίζεται το άτομο θα εμφανίζεται, και αυτή η ατομικότητα η οποία θα γειωθεί, θα προκαλέσει την έλευση μιας βαθιάς αίσθησης ελευθερίας, δημιουργικότητας και βαθειάς επικοινωνίας με τον άλλο άνθρωπο. Τότε θα είσαι πραγματικά με τον άλλον και δεν θα στέκεσαι απλά δίπλα του.
Το να είναι κανείς με τον άλλον σημαίνει ότι έχει το θάρρος να δείξει στον άλλον αυτό που πράγματι είναι – όμως πρώτα χρειάζεται να (ανα) γνωρίσει τον εαυτό του και να τον αποδεχτεί, ώστε να μπορέσει να τον εκφράσει και στον σύντροφό του.
Γάμος ή Χαμός Μιχαήλ Καρπαθίου εκδόσεις iwrite.gr