«Ξεκίνησα το 1987. Τέλη 1987, αρχές 1988. Σήμερα αρκεί να πληρώσεις για να κάνεις έναν δίσκο. Τότε δεν ήταν τόσο εύκολα τα πράγματα.
Δεν έκανες δίσκο αν δεν είχες πωλήσεις, τουλάχιστον χρυσός έπρεπε να γίνει ο δίσκος. Μόνος μου πήγα και χτύπησα την πόρτα της δισκογραφικής εταιρείας. Μάλιστα μου είπαν να συναντήσω έναν παραγωγό, αλλά τους είπα ότι θέλω να δω τον διευθυντή. Τον είδα και την ίδια μέρα υπέγραψα και συμβόλαιο. Δεν υπήρχε τύχη, ούτε γνωστοί σου δημοσιογράφοι που έγραφαν και σε πούσαραν. Επίσης δεν υπήρχαν τόσες εκπομπές στην τηλεόραση. Είχες την προσωπικότητα σου. Δεν ξέρω αν υπήρξα celebrity , αλλά αν στις συναυλίες μας είχαμε 5000 άτομα, κλαίγαμε.
Δεν ήταν απαθής ο κόσμος, ήταν διαφορετικά τα μεγέθη. Μεγάλος ενθουσιασμός. Δεν κυκλοφορούσες και εύκολα στον δρόμο. Ας πούμε ότι ήμουν ποπ είδωλο. Ξέρεις, δεν συμφωνώ με αυτούς τους όρους. Στην Ελλάδα είναι κάπως επαρχιακά τα πράγματα. Εμφανίσεις σε νυχτερινά μαγαζιά έκανα μια-δυο φορές. Δεν ήθελα τις καθημερινές εμφανίσεις. Έπρεπε να δουλεύεις εξι μέρες τουλάχιστον. Μου άρεσε το συναυλιακό. Δεν έκανα μουσική για να βγαίνω στις πίστες. Όταν ξεκίνησε η μόδα με τα “ελληνάδικα”, τελείωσε η φάση με την ποπ μουσική. Ουσιαστικά τελείωσαν τα 90s. Εμείς βγαίναμε κι ακούγαμε ξένη μουσική.
Δες το βιντεάκι από την “Αυτοκίνηση” να καταλάβεις. Αξίζει να δεις τη διαφορά. Μετά επικράτησαν τα κλαμπ όπου άκουγες από κλαρίνα και λαϊκά μέχρι ροκ. Οχι, δεν πρόκειται περί παρελθοντολογίας. Παινεύομαι γιατί μεγάλωσα με καλές μουσικές. Όμως μουσικά θέλω να ανήκω στο μέλλον. Τώρα ασχολούνται με το hardstyle. Αλλά κάποια πράγματα από το παρελθόν έγιναν κλασικά. Έμειναν. Να σημειωθεί όμως ότι θα βαριόμουν να παίζω το “Μωρό μου φάλτσο” όπως το έκανα τότε. Φυσικά το αλλάζω», δήλωσε ο Μιχάλης Ρακιντζής σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Πρώτο Θέμα».