Ένα από τα πιο αγαπημένα και κλασικά τραγούδια του Νίκου Παπάζογλου. ο “Αύγουστος”. Η άγνωστη ιστορία του τραγουδιού, πώς το έγραψε και πού απευθύνεται.
Ο “Αύγουστος” του Νίκου Παπάζογλου αποτελεί ένα κλασικό και πολύ αγαπημένο τραγούδι, ενώ οι στίχοι, η μουσική και η ερμηνεία του δεν αφήνουν κανέναν ακροατή ασυγκίνητο.
Το έχουμε σιγοτραγουδήσει πολλές φορές και το έχουμε ακόμη περισσότερες, τόσο από τον δημιουργό του καθώς και από άλλους καλλιτέχνες που το έχουν διασκευάσει.
Ωστόσο, ίσως να μην γνωρίζαμε την ιστορία που κρύβεται πίσω από το τραγούδι και τις σκέψεις που είχε ο ίδιος ο Νίκος Παπάζογλου όταν το έγραφε, όπως και το πού απευθύνεται.
Ο ίδιος ο τραγουδοποιός είχε μοιραστεί την ιστορία του τραγουδιού λέγοντας πως όλα ξεκίνησαν όταν το σπίτι του στη Θεσσαλονίκη καταστράφηκε από τον μεγάλο σεισμό του 1978.
Τότε, η σύζυγός του και η νεογέννητη κόρη του πήγαν στην Αμερική, ενώ ο ίδιος πήγε στο Πήλιο, στο σπίτι του Διονύση Σαββόπουλου, μέχρι να φτιαχτεί το δικό τους σπίτι.
Εκεί, ο Νίκος Παπάζογλο γνώρισε μια πολύ εντυπωσιακή γυναίκα και φοβήθηκε τόσο πολύ τον εαυτό του, που έφυγε γρήγορα για τη Θεσσαλονίκη προκειμένου να μη χαλάσει τον γάμο του, κλείστηκε μέσα και έγραψε το τραγούδι.
“Το τραγούδι πότε δεν το έγραψα σε χαρτί. Το θυμόμουν απ’ έξω. Το μισό είναι για την κόρη μου και το μισό γι’ αυτήν την κοπέλα”, έχει δηλώσει ο ίδιος.
Στίχοι:
“Μα γιατί το τραγούδι να `ναι λυπητερό
με μιας θαρρείς κι απ’ την καρδιά μου ξέκοψε
κι αυτή τη στιγμή που πλημμυρίζω χαρά
ανέβηκε ως τα χείλη μου και με `πνιξε
φυλάξου για το τέλος θα μου πεις
Σ’ αγαπάω μα δεν έχω μιλιά να στο πω
κι αυτό είναι ένας καημός αβάσταχτος
λιώνω στον πόνο γιατί νιώθω κι εγώ
ο δρόμος που τραβάμε είναι αδιάβατος
κουράγιο θα περάσει θα μου πεις
Πώς μπορώ να ξεχάσω τα λυτά της μαλλιά
την άμμο που σαν καταρράχτης έλουζε
καθώς έσκυβε πάνω μου χιλιάδες φιλιά
διαμάντια που απλόχερα μου χάριζε
θα πάω κι ας μου βγει και σε κακό
Σε ποιαν έκσταση απάνω σε χορό μαγικό
μπορεί ένα τέτοιο πλάσμα να γεννήθηκε
από ποιο μακρινό αστέρι είναι το φως
που μες τα δυο της μάτια πήγε κρύφτηκε
κι εγώ ο τυχερός που το `χει δει
Μες το βλέμμα της ένας τόσο δα ουρανός
αστράφτει συννεφιάζει αναδιπλώνεται
μα σαν πέφτει η νύχτα πλημμυρίζει με φως
φεγγάρι αυγουστιάτικο υψώνεται
και φέγγει από μέσα η φυλακή
Πώς μπορώ να ξεχάσω τα λυτά της μαλλιά
την άμμο που σαν καταρράχτης έλουζε
καθώς έσκυβε πάνω μου χιλιάδες φιλιά
διαμάντια που απλόχερα μου χάριζε
θα πάω κι ας μου βγει και σε κακό”
Πηγή : news247.gr