Τα πράγματα δυσκολεύουν και άλλο για τους Έλληνες. Οι Τούρκοι έχουν κηρύξει επιστράτευση και τους καλούν όλους να πολεμήσουν. Όσοι αρνούνται θεωρούνται προδότες και τους περιμένει η κρεμάλα. Στην Αμισό στήνουν κρεμάλες. Ο Οσμάν και ο Ονούρ πάνε σε όλα τα σπίτια και ψάχνουν για αυτούς που κρύβονται. Όσους βρίσκουν τους κρεμάνε στην πλατεία του χωριού. Οι μουσουλμάνοι απολαμβάνουν «το θέαμα» την ίδια στιγμή που οι Έλληνες κοιτούν εμβρόντητοι.
Ο Θεόκλητος μάταια παρακαλεί τον Οσμάν να σταματήσει. Εκείνος συνεχίζει με μεγαλύτερη μανία. Ο Θεόκλητος καταλαβαίνει πως δεν υπάρχει σωτηρία και στέλνει μήνυμα στον Θέμη μέσω του Θύμιου, να τον συναντήσει στην εκκλησία. Του λέει πως πρέπει να αντισταθούν και να ενωθούν όσοι έχουν απομείνει. Του φανερώνει πως υπάρχουν όπλα.
Ο Θέμης γυρνάει στο βουνό για να ενημερώσει και τους υπόλοιπους. Εν τω μεταξύ στο βουνό η Βασιλική δεν μπορεί να συνέλθει από το σοκ του βιασμού της και του χαμού του παιδιού της. Ο Θέμης την κοιτάει ανήμπορος να αντιδράσει και μην καταλαβαίνοντας την συμπεριφορά της.
Η Βασιλική ουρλιάζει στον ύπνο της και δεν αντέχει ομολογεί στον Θέμη την αλήθεια. Ο Θέμης όταν καταλαβαίνει πως η γυναίκα του έπεσε θύμα βιασμού την αγκαλιάζει σφιχτά και της λέει «Έχεις εμένα, αγάπη μου! Εμένα». Η Βασιλική μετά από καιρό ηρεμεί στην αγκαλιά του άντρα της.
Στο μεταξύ στο σπίτι του Νικολαϊδη εμφανίζονται δύο Τούρκοι στρατιωτικοί. Έχουν έρθει για να τον πάρουν στον πόλεμο. Τον ενημερώνουν για την επιστράτευση και του λένε πως πρέπει να φροντίζει τους τραυματίες. Η Σοφία και η Αρίν κοιτούν σαστισμένες. Η Σοφία του λέει να μην πάει να μην τους ακολουθήσει , να βρουν έναν τρόπο να το σκάσει. Ο Μιχάλης προσπαθεί να φανεί δυνατός και της λέει πως δεν υπάρχει άλλη λύση…Θέλει να την καθησυχάσει και της λέει πως οι γιατροί είναι χρήσιμοι στον πόλεμο και για αυτό δεν τον πειράξουν.
Ο Μιχάλης κοιτάει μία την Αρίν και μια τη Σοφία και τους λέει πως πρέπει να προσέχει η μία την άλλη και να προσέχουν και τα κορίτσια. Οι στρατιωτικοί παίρνουν τον Μιχάλη μαζί τους. Η Σοφία με χαμένο βλέμμα λέει στην Αρίν και στα κορίτσια πως πρέπει να φύγουν, πρέπει να πάνε μακριά. Η Ειρήνη δεν συμφωνεί αλλά η Λουσίν θέλει να φύγει όσο γίνεται πιο μακριά. Ο φόβος δεν έχει φύγει ποτέ από μέσα της. Θυμάται τον βιασμό της και δεν μπορεί να το ξεπεράσει. Συμφωνεί χωρίς δεύτερη σκέψη με τη Σοφία η οποία είναι αποφασισμένη να φύγουν και να πάνε πίσω στο Ακ Νταγ Ματέν. Βγάζει κάτι λίγα χρήματα και τα δείχνει στην Αρίν και στα κορίτσια.
Η Αρίν βγάζει κάποια κοσμήματα και τα δίνει στη Σοφία. «Μου τα είχε δώσει κάποτε.. Θα μας βολέψουν..» Η Σοφία την κοιτά με ένα σφίξιμο στο πρόσωπο και η Αρίν που το καταλαβαίνει της λέει πως τώρα πρέπει να σώσουν τα παιδιά τους. Η Σοφία συμφωνεί. Ετοιμάζουν τις βαλίτσες τους και ξεκινούν. Το κάρο το οδηγεί η Αρίν. Η Σοφία κοιτάει το σπίτι της έρημο πια…. Τα κορίτσια κλαίνε…. Η Αρίν και η Σοφία προσπαθούν να φανούν αισιόδοξες και να ελαφρύνουν την ατμόσφαιρα για χάρη των παιδιών. Η Αρίν έχει φτιάξει και τσάι για το δρόμο…Τσουγκρίζουν για τη νέα αρχή… Μέσα τους όμως είναι η θλίψη όσο και αν προσπαθούν να την κρύψουν.
Το βράδυ η Σοφία και η Αρίν μιλάνε για πρώτη φορά για τον Μιχάλη και ανοίγουν τις καρδιές τους.. Η μοίρα τους είναι κοινή και δείχνουν να το αντιλαμβάνονται απόλυτα.